Τρίτη 20 Μαρτίου 2012

ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΟΥΡΗΣ : ΟΙ ΦΟΡΟΙ (1883)



ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΟΥΡΗΣ : ΟΙ ΦΟΡΟΙ (1883)

«Βάλετε φόρους, βάλετε εις την πτωχήν μας ράχη,

ποτίστε με το αίμα μας την άρρωστη πατρίδα

σεις το κρασί και τον καπνό που πίνετε μονάχοι

κι εμείς να σας κοιτάζομε με μάτι σαν γαρίδα

Βαριά φορολογήσετε και το νερό που τρέχει

βάλετε φόρους, βάλετε, η πλάτη μας αντέχει.

Ο,τι καλό κι αν έχουμε επάνω σας ας μείνει

στα πρόσωπά μας ας χυθεί του μαρασμού το χρώμα

μ’ εμάς το ισοζύγιο του έθνους μας ας γίνει

φορολογήστε και αυτή τη σάρκα μας ακόμα

του σώματός μας κόβετε καμιά παχιά λωρίδα

και τρώγετέ την λαίμαργα μαζί με την πατρίδα.

Ο,τι κι αν τρώγουν οι πτωχοί το έθνος ας τα τρώγει

ό,τι κι αν πίνουν οι πτωχοί το έθνος ας τα πίνει

χορταίνετε σαν Λούκουλοι μ’ εμάς το σκυλολόγι

κι εμείς θα σας γνωρίζουμε γι’ αυτό ευγνωμοσύνη.

Τέτοιοι χωριάτες που ‘μαστε αντέχουμε εις όλα

και ούτε τόσον εύκολα τινάζουμε τα κώλα.

Πρέπει να είναι οι πολλοί πτωχοί και πεινασμένοι

και οι ολίγοι πάντοτε να βρίσκονται χορτάτοι

Πρέπει να στέκουν οι πολλοί στα σπίτια των κλεισμένοι

και οι ολίγοι να πηδούν επάνω στο παλάτι

Πρέπει ο κόσμος ο πολύς να δέχεται τα βάρη

κι ο λιγοστός επάνω του κανένα να μην πάρει.

Μ’ αυτόν τον νόμον έζησε ο κόσμος και θα ζήσει

τη δύναμή του προσκυνά η κάθε κοινωνία

Δεν ημπορεί καθένας μας βεβαίως να πλουτίσει

γιατί του κόσμου έπειτα χαλά η αρμονία

Φτώχεια και πλούτος – ζήτημα του καθενός αιώνος:

Ιδού το τέλος κι η αρχή του φοβερού αγώνος

Λοιπόν κανένας πρόστυχος κεφάλι μη σηκώσει

για τόσα νομοσχέδια μη βγάλει τσιμουδιά

Εις της πατρίδας τον βωμόν το αίμα του ας δώσει

χωρίς ν’ αφήσει στεναγμόν η μαύρη του καρδιά

Κι αν τώρα πάλι έπεσεν επάνω του ο κλήρος

Πρέπει και πάλι να φανεί γενναίος – μάρτυς – ήρως».

Ἀρχηγοί
Τοῦ Διογένη πιάσετε ἀμέσως τὸ φανάρι,
κι᾿ ἐλᾶτε νὰ γυρέψουμε κανέναν ἀρχηγό·
ἀλλὰ καθένας μας, θαρρῶ, εἶν᾿ ἄξιος νὰ πάρῃ
τὴν ἀρχηγίαν κόμματος, ἀκόμη δὰ κι᾿ ἐγώ.
Γιὰ τὰ πρωτεῖα ξεψυχᾷ κάθε Ρῳμιὸς λεβέντης,
μόνον αὐτὸς πρωθυπουργός, μόνον αὐτὸς ἀφέντης.

Τί ἀρχηγῶν κατακλυσμός! ... κι᾿ οἱ ἕλληνες ἐκεῖνοι,
ποὺ τὸν καφφέ των βερεσὲ εἰς τὰ Χαυτεῖα πίνουν,
ἂν ἀρχηγίαν ἔξαφνα κανένας τοὺς προτείνῃ,
δὲν θὰ διστάσουν βέβαια καὶ Ἀρχηγοὶ νὰ γίνουν.
Κι᾿ αὐτὸς ὁ ἕσχατος Ρωμηὸς γιὰ ὅλα κάτι ξέρει,
ἕλληνος τράχηλος ποτὲ ζυγὸν δὲν ὑποφέρει.

Ἰδοὺ νταῆς φουστανελλᾶς μὲ φέσι καὶ σελάχι!
ποιὸς ξέρει ἂν Πρωθυπουργὸς δὲν γίνῃ καμμιὰ ᾿μέρα;
ποιὸς ξέρει πόσα σχέδια καὶ ἀπαιτήσεις θἄχη,
καὶ ἂν τὴν διπλωματικὴ δὲν συνταράξῃ σφαῖρα;
Ὤ! ναί! ποτὲ τὸν ἕλληνα μὴ θεωρῆτε πτῶμα...
᾿ς ὅλους θὰ ἔλθη ἡ σειρὰ νὰ κυβερνήσουν κόμμα.

Μᾶς λείπει ἕνας ἀρχηγός;... πενῆντα ξεφυτρόνουν,
τὸ ἕνα κόμμα χάνεται;... θὰ ἔβγουν ἄλλα δέκα·
ὅλοι γιὰ τὸ ἀξίωμα τοῦ ἀρχηγοῦ μαλλόνουν,
κι᾿ ἴσως ἀργότερα μᾶς βγῇ ᾿ς τὴ μέση καὶ γυναῖκα.
Ἀλλὰ κι᾿ ἐγὼ ὁ ἀφανὴς τῶν Ἀθηνῶν πολίτης
ἐλπίζω πὼς καμμιὰ φορὰ θὰ γίνω Κυβερνήτης.

Ἐμπρός! μὲ πόζα ἀρχηγοῦ καθένας ἂς προβάλλη,
ἀπ᾿ ὅλους ἂς κυβερνηθῆ ἡ προσφιλὴς Ἑλλάς·
ἂς γίνῃ ὁ Ἡμέτερος, ἂς γίνουν ὅμως κι᾿ ἄλλοι,
ἂς γίνῃ κι ὁ Κατσικαπῆς κι᾿ αὐτὸς ὁ Μπουλελᾶς.
Ἂς πλημμυρίσῃ μ᾿ ἀρχηγοὺς τὸ ἔθνος πέρα πέρα,
ἂς μᾶς σηκώσῃ ἔξαφνα καὶ ἡ Ροζοῦ παντιέρα.

Μονάχα ἕνας βασιλεὺς μὴ μένη ᾿ς τὸ Παλάτι,
πενῆντα δυὸ τουλάχιστον ἂς ἦνε βασιλεῖς,
ὅλοι ἂς ἔβγουν κύριοι ᾿ς τῶν ἄλλων τὸ γεινάτι,
κι᾿ ὀγδόντα πέντε Πρόεδροι ἂς γίνουν τῆς Βουλῆς.
Ὅλοι τρανοὶ πολιτικοί, κανένας ἰδιώτης,
ὅλοι ποζάτοι στρατηγοί, κανένας στρατιώτης